Περιγραφή
«Δεν θα ξεχάσω ποτέ μου τον τρόμο, την ανατριχίλα, το σάστισμά μου, καθώς κοίταξα τριγύρω. Το καΐκι, λες και κρεμότανε, σα να’ τανε μπηγμένο, στα μισά της κατηφοριάς, μέσα σ’ ένα χωνί με πελώριο περίγυρο, τεράστιο βάθος, που τ’ ολόστρωτο εσωτερικό του θα το ‘παιρνες για στέρεο έβενο, αν δεν ήταν αυτό το δαιμονισμένο κλωθογύρισμα κι η ωχρή λάμψη που ανάδινε, καθώς τ’ ολόγιομο φεγγάρι, από κείνη τη στρογγυλή τρύπα μες στα σύννεφα, πλημμυρούσε μ’ ολόχρυσο φως τους κατάμαυρους τοίχους ώς τα τρίσβαθα, κάτω, στην ατελείωτη άβυσσο». (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)