Περιγραφή
“Είμαι ένας πολίτης των ξενοδοχείων. Ένας πατριώτης των ξενοδοχείων”.
“Το ξενοδοχείο, που αγαπώ σαν πατρίδα μου, βρίσκεται σε ένα από τα μεγάλα ευρωπαϊκά λιμάνια, και τα βαριά χρυσά γράμματα-αντίκες, με τα οποία είναι γραμμένο το μπανάλ όνομά του (λάμποντας πάνω από τις στέγες των σπιτιών, που ανηφορίζουν μαλακά) είναι στα μάτια μου μεταλλικές σημαίες, υψωμένα μικρά λάβαρα που χαιρετούν αστράφτοντας αντί ν’ ανεμίζουν”.
ΤΙΣ ΔΕΚΑΕΤΙΕΣ 1920 ΚΑΙ 1930 Ο ΓΙΟΖΕΦ ΡΟΤ ταξίδεψε πολύ σε μια Ευρώπη σε κρίση, περιπλανώμενος από ξενοδοχείο σε ξενοδοχείο και γράφοντας για τα μέρη από τα οποία περνούσε. Οξυδερκή, νοσταλγικά, γεμάτα περιέργεια και βαθιά παρατηρητικά -συγκεντρωμένα εδώ για πρώτη φορά από τον Άγγλο μεταφραστή του έργου του Ροτ Michael Hofmann- τα άρθρα του ζωγραφίζουν την εικόνα μιας ηπείρου που σπαράζεται από την αδήριτη βία της αλλαγής, γαντζωμένης ταυτόχρονα στην παράδοση.
Από τα τυραννικά γυμνάσια του αλβανικού στρατού, τα ετοιμόρροπα “πηγάδια” της νέας πρωτεύουσας του πετρελαίου στη Γαλικία και τα διαλυμένα παζάρια, τα σπίτια τα κομμένα στα δυο για να γίνουν τα Τίρανα μια μοντέρνα πρωτεύουσα, μέχρι τους ξεχωριστούς, ιδιόμορφους ανθρώπους που συναντά ο Ροτ στα ξενοδοχεία όπου μένει, αυτά τα κείμενα-βινιέτες είναι τρυφερά και μεθυστικά μαζί. Με τη θαυμάσια επιλογή και εισαγωγή του Μάικλ Χόφμαν, αποτελούν λογοτεχνικές καρτ ποστάλ από έναν κόσμο χαμένο, που κατευθυνόταν αμετάκλητα προς έναν παγκόσμιο πόλεμο. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)
“Παρατηρώντας τόπους και ανθρώπους, δεν δίνει απλώς το περίγραμμα μιας εποχής αλλά την ιστορική της ταυτότητα. Αρκετές φορές αποσύρει την εμπιστοσύνη του για τους ανθρώπους και τιμά την ανωτερότητα της φύσης, των πραγμάτων ή ακόμη και των ζώων. Γράφει πως «σήμερα υπάρχουν ανθρωπόσκυλα που βοηθούν τους ανάπηρους να φυλαχθούν από τα χειρότερα» ή πως «η θάλασσα, όμως, είναι αιώνια, καθαρή κι ανέγγιχτη από τα παιδαριώδη και φριχτά παιχνίδια των ανθρώπων» ή τέλος πως «τα άψυχα έχουν καλύτερη αίσθηση του μέλλοντος απ’ ό,τι οι άνθρωποι». Ο νομαδισμός του Ροτ στα χρόνια του Μεσοπολέμου αντικατοπτρίζει τον νομαδισμό μιας περιόδου που υπήρξε εξαρχής μεταβατική, γεμάτη αντιθέσεις και πραγματικά πολύ εύθραυστη. Γράφει στα ξενοδοχεία που «αγαπά σαν πατρίδα του» με τη λεπτή αίσθηση ενός ανθρώπου που συναιρεί μέσα του την αρχή και το τέλος της. O Ροτ είναι ένας φλανέρ (flaneur) αυτής της εποχής και οι επιφυλλίδες του συγκροτούν τη βιογραφία της”. [Χρήστος Βασματζίδης, Εφημερίδα των συντακτών, 10/11/19]