Περιγραφή
“Βγαίνει ένας μικρός από ένα σπίτι και μετά κι άλλος ένας. Ο πρώτος, τσίτσιδος, φωνάζει: “Πάμε, Σεντράλ, γερά!” Μια αστραπή λάμπει και φωτίζει το μέσα κάποιου. Του στεγνώνει τον λαιμό. Ψελλίζοντας, καταφέρνει να ρωτήσει: “Τελείωσε;”. “1-1”, λέει ο μικρός, “ισοφάρισε η Σεντράλ στο τέλος”. Κάποιος περπατά, τώρα μουδιασμένος, λόγω νωθρότητας, λόγω του ότι είναι στον αυτόματο πιλότο. Η Σεντράλ στο τέλος, ρε!
Η Σεντράλ στο τέλος! Δεν φωνάζει. Δεν κάνει κάποιον μορφασμό. Δεν σηκώνει το χέρι του. Η κραυγή εκρήγνυται μέσα του σαν βόμβα βυθού. Πάμε, κανάγιες μου, γερά! Μοιάζει ψέμα. Κάποιος θα σκεφτόταν ότι θα χοροπηδούσε ασυγκράτητος· θα καβαλούσε κάνα φράκτη· θα σκαρφάλωνε σε κάνα δέντρο σαν πίθηκος· θα αναρριχόταν σε κάνα μπαλκόνι, μέχρι και σε ταράτσα. Αλλά όχι. Δεν χρειάζονται υπερβολές. Δεν ήταν κάτι το τόσο φοβερό στο κάτω κάτω. Μάλλον όχι και τόσο σημαντικό. Παρ’ όλ’ αυτά, μια αίσθηση χαύνωσης, θαλπωρής, ατέλειωτης εσωτερικής γαλήνης, σιγά σιγά τον κατακλύζει τρυφερά. Ήδη βρίσκεται ένα τετράγωνο από το σπίτι του. Πεινάει, έχει όρεξη να δει τη μητέρα του, να βρεθεί με τους φίλους του, να χαϊδέψει το κεφάλι των παιδιών που παίζουν στον πεζόδρομο. Μπαίνει επιτέλους και πάει μέχρι το μπάνιο, πριν ανοίξει το ράδιο για ν’ ακούσει, από την αρχή μέχρι και το τέλος τους, όλα τα τελικά σχόλια. Κατουράει. Πλένει τα χέρια του, κοιτάζεται στον καθρέφτη. Έχει πάνω από χίλιες νέες άσπρες τρίχες στους κροτάφους του. Υπάρχουν δυο ρυτίδες στο μέτωπό του, καινούργιες και βαθιές. Οι κύκλοι κάτω από τα μάτια του έχουν γίνει πιο μαύροι. Κάποιος έχει γεράσει πάλι πέντε χρόνια, το ίδιο όπως πάντα. Κι όλ’ αυτά για ένα κλάσικο, μόνο. Έναν αγώνα ποδοσφαίρου, απλώς”.
Οκτώ διηγήματα με φόντο το αργεντίνικο ποδόσφαιρο και τον ιδιαίτερο τρόπο που βιώνουν το πόθος για τη στρογγυλή θεά -εντός και εκτός γηπέδων- οι Αργεντινοί. Διηγήματα βγαλμένα απ’ τη ζωή και απ’ την μπάλα, μέσα από την κοινωνική ματιά, την ψυχολογική ανατομία και την αιχμηρή πένα ενός σπουδαίου καλλιτέχνη, που δεν έπαψε ποτέ να είναι αμετανόητος λάτρης του “ομορφότερου παιχνιδιού”. (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)